Ροδόλφου, Λίμνη

Ροδόλφου, Λίμνη
(Lake Rudolf, αγγλικά). Λίμνη της ανατολικής Αφρικής, η πέμπτη σε έκταση (8.600 τ. χλμ.) της αφρικανικής ηπείρου· καταλαμβάνει τον βυθό μιας λεκάνης που περιβάλλεται από ψηλούς ηφαιστειακούς κώνους, η οποία αποτελεί το κεντρικό τμήμα της μεγάλης ανατολικοαφρικανικής τάφρου. Η λίμνη, που περιλαμβάνεται σχεδόν ολόκληρη στο έδαφος της Κένυας –εκτός από το βόρειο άκρο που βρίσκεται σε αιθιοπικό έδαφος– και σε υψόμετρο 375, έχει μήκος 300 χλμ. περίπου και φτάνει, στο πλατύτερο σημείο της, τα 50-55 χλμ. Όχι πολύ βαθιά (κατά μέσο όρο γύρω στα 8 μ.), φτάνει στο κέντρο τα 70 μ. Έχει άγονες όχθες, χωρίς βλάστηση, ιδιαίτερα ανώμαλες στο νότιο τμήμα, με συχνές θερμικές εκδηλώσεις και είναι γεμάτη νησιά κατά μήκος του άξονά της. Η λίμνη Ρ., που βρίσκεται σε περιοχή φτωχή σε βροχοπτώσεις, έχει λίγους ποταμούς που χύνονται σε αυτή, μεταξύ των οποίων ο Τούρκουελ στα Δ, που στην περίοδο των βροχών κατευθύνει τα νερά του από τον ορεινό όγκο Έλγκον, τα οποία μεταβάλλονται σε έλη για τον υπόλοιπο χρόνο, πριν φτάσουν στη λίμνη, και ο Όμο (πρώην Όμο Μπότεγκο), που με μεγαλύτερη κανονικότητα την πλουτίζει με τα νερά του κεντρικού τμήματος του αιθιοπικού τμήματος. Η έντονη εξάτμιση όμως περιορίζει κάθε χρόνο την επιφάνεια. Τα αλμυρά νερά της λίμνης έχουν αρκετά ψάρια, αλλά καταστρέφονται από τους κροκόδειλους και τους ιπποπόταμους. Το υπερβολικά θερμό και ανθυγιεινό κλίμα εμποδίζει την εγκατάσταση οικισμών στις όχθες της· υπάρχουν μόνο μικρές ομάδες ιθαγενών που ασχολούνται με την κτηνοτροφία και την αλιεία. Η λίμνη, που ονομάζεται από τους ιθαγενείς Κάτω Ναρόκ, ανακαλύφθηκε το 1883 από την αυστροουγγρική αποστολή του Σ. Τέλεκι κι ονομάστηκε λίμνη Ροδόλφου προς τιμήν του διαδόχου της Αυστρίας. Το 1896, ο Βιτόριο Μπότεγκο εξερεύνησε τη δυτική όχθη της κι ανακάλυψε την εκβολή του Όμο. Κοπάδι αγελάδες, που πίνουν νερό στις όχθες της λίμνης Ροδόλφου στην Κένυα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… …   Dictionary of Greek

  • Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… …   Dictionary of Greek

  • Αυστρία — I (Αστρον.). Αστεροειδής που επισημάνθηκε στις 18 Μαρτίου 1874. Το αστρικό φωτογραφικό του μέγεθος στη μέση αντίθεσή του είναι 13,1 και σε απόσταση μιας αστρονομικής μονάδας από τη Γη και 10,8 από τον Ήλιο. II Κράτος της κεντρικής… …   Dictionary of Greek

  • Ελβετία — Επίσημη ονομασία: Ελβετική Συνομοσπονδία Έκταση: 41.285 τ. χλμ Πληθυσμός: 7.258.900 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Βέρνη (122.500 κάτ. το 2001)Κράτος της κεντρικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με τη Γαλλία, Β με τη Γερμανία, Α με την Αυστρία και το Λιχτενστάιν… …   Dictionary of Greek

  • Νιάσα ή Μαλάουι — (αγγλ. Lake Nyasa ή Malawi). Λίμνη (30.800 τ. χλμ.) της ανατολικής Αφρικής. Είναι η τρίτη σε έκταση και η πιο νότια των μεγάλων λιμνών, που βρίσκονται στην τεράστια τεκτονική τάφρο (Rift Valley), η οποία δημιουργήθηκε κατά το μειόκαινο και… …   Dictionary of Greek

  • Βέρνη — (γερμ. Βern, γαλλ. Berne). Πόλη (122.500 κάτ. το 2000), πρωτεύουσα της Ελβετικής Ομοσπονδίας αλλά και του ομώνυμου καντονιού. Βρίσκεται στην κεντροδυτική Ελβετία, σε υψόμετρο 545 μ., στις όχθες του ποταμού Άαρ, στη διασταύρωση μεγάλων διεθνών… …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • τεκτονική — Κλάδος της γεωλογίας, που μελετά τις παραμορφώσεις των πετρωμάτων του φλοιού της Γης. Ερευνά δηλαδή τα ρήγματα και τις πτυχές (ειδική τ.), τις δυνάμεις του εσωτερικού της Γης και τα φαινόμενα που προκάλεσαν τις διαταράξεις αυτές και οδήγησαν στη… …   Dictionary of Greek

  • Αντιόχεια — I (τουρκ. Antakya).Πόλη (151.500 κάτ. το 2002) της νότιας Τουρκίας, κοντά στα σύνορα με τη Συρία, πρωτεύουσα της επαρχίας Χατάι (5.403 τ. χλμ., 1.297.000 κάτ. το 2002). Χτισμένη στον ποταμό Ορόντη, περίπου 30 χλμ. από τη Μεσόγειο, σε μια εύφορη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”